Ιερά Μονή Τοπλού
Στο βορειοανατολικότερο άκρο της Κρήτης, 10 χλμ. ανατολικά της Σητείας και 6 χλμ. βόρεια του Παλαίκαστρου. Είναι γνωστή και ως μονή της Παναγίας της Ακρωτηριανής ή Μεγάλο Μοναστήρι για τους ντόπιους.
Το εντυπωσιακό μοναστηριακό συγκρότημα με το επιβλητικό αναγεννησιακό καμπαναριό είναι από τα ιστορικότερα της Κρήτης. Διαμορφώθηκε σταδιακά από τον 14ο αιώνα και, όπως επιβεβαιώνουν οι αρχειακές πηγές, από τον 15ο αιώνα εξελίχθηκε σε μία εύρωστη μονή με μεγάλη πνευματική ακτινοβολία.
Στα τέλη της ενετοκρατίας το μοναστήρι ανοικοδομήθηκε με δαπάνες των βενετοκρητικών οικογενειών των Κορνάρων και των Μέτζων της Σητείας, γι’ αυτό η νότια πτέρυγα φέρει το όνομα των Κορνάρων και η βόρεια των Μέτζων. Μετά τον μεγάλο σεισμό του 1612 η Μονή ανοικοδομήθηκε εκ νέου από τον Ηγούμενο Γαβριήλ Παντογάλο, όπως μαρτυρά εγχάρακτη κτητορική επιγραφή σε ελεγειακά δίστιχα, εντοιχισμένη στην πρόσοψη του καθολικού. Κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα, η Μονή άκμασε και κατείχε μεγάλη περιουσία στη γύρω περιοχή αλλά και στον Χάνδακα.
Επί τουρκοκρατίας αποτέλεσε πολλάκις αντικείμενο λεηλασίας και σφαγής από τους Τούρκους, αλλά κατάφερε να διατηρηθεί. Μάλιστα από το 1856 λειτούργησε στους χώρους της οργανωμένο σχολείο.
Την περίοδο της Κατοχής στη Μονή εγκαταστάθηκε ασύρματος για την επικοινωνία με τους Συμμάχους στο Κάιρο. Τόσο ο ηγούμενος όσο και αρκετοί μοναχοί συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν.
Το Μοναστήρι αναπτύσσεται γύρω από την εσωτερική αυλή σε τρεις ορόφους με επάλξεις. Το καθολικό, που τιμά το Γενέσιο της Θεοτόκου, αρχικά ήταν μικρός καμαροσκεπής μονόχωρος ναός στον οποίο προστέθηκε δυτικά ένας δεύτερος ευμεγέθης καμαροσκεπής χώρος. Ο αρχικός ναΐσκος σήμερα επέχει θέση ιερού Βήματος, ενώ στην οξυκόρυφη καμάρα της προέκτασής του σώζονται σε κακή κατάσταση τοιχογραφίες υψηλής ποιότητας που έχουν χρονολογηθεί στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα. Στο ναό βρίσκονται εξαιρετικές εικόνες, μεταξύ των οποίων ο Χριστός Παντοκράτορας του 15ου αιώνα, που συνδέεται με τον Ανδρέα Ρίτζο, επιφανή ζωγράφο της Κρητικής σχολής, αλλά και η εικόνα «Μέγας ει, Κύριε…» του 1770, έργο του Ιωάννη Κορνάρου, στην οποία εικονογραφείται το σύνολο σχεδόν των στίχων της ευχής του Μεγάλου Αγιασμού.
Σε τρίτη οικοδομική φάση διαμορφώθηκε σε επαφή με τη νότια πλευρά του καθολικού Ο μονόχωρος καμαροσκεπής ναός του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου διαμορφώθηκε σε επαφή με τη νότια πλευρά του καθολικού σε τρίτη οικοδομική φάση.
Μια πολύ σημαντική συλλογή εικόνων, χειρογράφων, παλαιτύπων, χαρακτικών και εκκλησιαστικών κειμηλίων, που χρονολογούνται από τον 15ο έως τον 19ο αιώνα, βρίσκονται σε δυο χώρους διαμορφωμένους ως μουσείο στο ισόγειο της Μονής. Οι μοναχοί παράγουν και πωλούν προϊόντα βιολογικής καλλιέργειας υψηλής ποιότητας, όπως ελαιόλαδο και κρασί, με την επωνυμία της μονής.
Τηλ.: +30 2843 061226