Θρησκευτική Παράδοση
Ιστορία και εδραίωση του χριστιανισμού
Πρώτοι κήρυκες του Χριστιανισμού στην Κρήτη ήταν οι Εβραιοκρήτες, οι οποίοι παραβρέθηκαν στο κήρυγμα του Πέτρου την ημέρα της Πεντηκοστής στα Ιεροσόλυμα. Ωστόσο, η συστηματική εξάπλωση της νέας θρησκείας οργανώθηκε περί το 64 μ.Χ. από τον Απόστολο Παύλο, ο οποίος έμεινε στην Κρήτη για δύο χρόνια κατά την τρίτη αποστολική περιοδεία του. Πριν αποχωρήσει ανέθεσε τη συνέχεια του έργου του στο μαθητή του Απόστολο Τίτο.
Παρά την ισχυρή αντίδραση της ρωμαϊκής διοίκησης, με αποκορύφωμα τον διωγμό του Δεκίου (249-251 μ.Χ.), ο οποίος θέλησε να ανακόψει τη διάδοση της νέας θρησκείας και να επαναφέρει το πνεύμα της αρχαίας Ρώμης, ο Χριστιανισμός κατάφερε να επικρατήσει και να εδραιωθεί στο νησί. Η Κρητική Εκκλησία οργανώνεται με προκαθήμενο και επισκόπους, που αποτελούν την τοπική σύνοδο. Ο προκαθήμενος της Εκκλησίας της Κρήτης φέρει τον τίτλο του Αρχιεπισκόπου και η Κρήτη γίνεται μία από τις δώδεκα Αρχιεπισκοπές του Ιλλυρικού (Βαλκανικής Χερσονήσου).
Μετά την υπογραφή του διατάγματος των Μεδιολάνων από τον Κωνσταντίνο και τον Λικίνιο (313 μ.Χ.), οι Χριστιανοί κατασκευάζουν ελεύθερα τους ναούς τους, για να τελούν ελεύθερα τα θρησκευτικά τους καθήκοντα. Όπως αποδεικνύουν και οι αρχαιολογικές έρευνες, οι πρώτοι μεγάλοι ναοί οικοδομούνται στην Κρήτη από τον 4ο αιώνα, στον αρχιτεκτονικό τύπο της βασιλικής.
Μεγάλες θρησκευτικές προσωπικότητες του νησιού
Συνεχιστής του έργου του Αποστόλου Παύλου για τον εκχριστιανισμό του νησιού, ο Άγιος Τίτος αναδείχθηκε σε σημαντική θρησκευτική μορφή ήδη από τα πρώτα κιόλας χρόνια της εξάπλωσης του Χριστιανισμού. Ο Άγιος Τίτος αποτέλεσε μάλιστα και τον πρώτο επίσκοπο του νησιού. Σήμερα η κάρα του φυλάσσεται στον επιβλητικό ναό του Αγίου Τίτου, στο Ηράκλειο, και εκτίθεται σε προσκύνημα.
Σε εξέχουσα θρησκευτική μορφή αναδείχθηκε αργότερα και ο επίσκοπος Κρήτης, ο Άγιος Μύρων. Γεννήθηκε στην αρχαία Ραύκο περίπου το 250 μ.Χ. και διατέλεσε επίσκοπος Κρήτης στον επισκοπικό θρόνο της Γόρτυνας στο τέλος του 4ου αιώνα. Κοιμήθηκε πλήρης ημερών γύρω στο 350 μ.Χ., έχοντας αφήσει πίσω του τεράστιο ποιμαντικό και χριστιανικό έργο. Ο τάφος με τα λείψανά του και η σκήτη του, απ’ όπου αναβλύζει αγίασμα, βρίσκονται στο χωριό Άγιος Μύρων, κοντά στην πόλη του Ηρακλείου.
Ο θαυματουργός Άγιος Ιωάννης ο Ξένος θεωρείται και ο ιδρυτής του ασκητισμού στο νησί. Έφτασε στην Κρήτη μετά την απελευθέρωσή της από τους Άραβες το 961 μ.Χ., μαζί με άλλους 98 ασκητές από την Αίγυπτο, για να αναλάβει την αναγέννηση της Ορθόδοξης πίστης. Για 50 χρόνια κήρυττε και έχτιζε ναούς και μονές πηγαίνοντας από τόπο σε τόπο σε όλη την Κρήτη. Αρχικά διέμενε μαζί με τους ασκητές σε σπηλιές, στο σημείο όπου βρίσκεται σήμερα η Μονή Αζωγυρέ. Αργότερα, αποσύρθηκε μόνος του στα σπήλαια της Μαραθοκεφάλας και του Ακρωτηρίου, όπου αναπτύχθηκε πλούσια ασκητική παράδοση.
Ιδιαίτερη είναι η ιστορία των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων από τις Μέλαμπες του Ρεθύμνου, οι οποίοι στις 28 Οκτωβρίου 1824 αποκεφαλίστηκαν, αρνούμενοι να απαρνηθούν την πίστη τους στον Χριστό. Τα σώματά τους, που κείτονταν στην πλατεία του Ρεθύμνου επί τρεις ημέρες, εξέπεμπαν άγιο φως, ενώ ο δήμιός τους, επιστρέφοντας στο σπίτι του με το γιαταγάνι του ματωμένο, το σκούπισε σε μια πετσέτα, την οποία χρησιμοποίησε κατά λάθος η τυφλή μητέρα του και βρήκε το φως της. Το γιαταγάνι έμεινε ως άγιο κειμήλιο στην οικογένεια αυτή των Τούρκων και παραδόθηκε χρόνια αργότερα στους χριστιανούς, όταν οι Τούρκοι αποχώρησαν από το νησί. Έτσι φυλάσσεται σήμερα στο ναό του Αγίου Νικολάου στη Σπλάντζια των Χανίων. Αναζητήστε τους Αγίους Τέσσερις Μάρτυρες στις εικονογραφήσεις των κρητικών εκκλησιών: ζωγραφίζονται πάντα ως βρακοφόροι Κρητικοί.